Anasayfa
13-01-2020
ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΕΚΛΟΓΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Και ενώ το ταξίδι του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ ολοκληρώθηκε, μπαίνουμε πλέον στην τελική ευθεία για σημαντικές πολιτικές αποφάσεις που θα σφραγίσουν το πρώτο τρίμηνο του 2020 και θα οριοθετήσουν ίσως τις εξελίξεις και για την προσεχή περίοδο. Στην ατζέντα της κυβέρνησης και των κομμάτων της αντιπολίτευσης κυριαρχούν η ψήφιση του νέου εκλογικού νόμου καθώς και η εκλογή του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, την στιγμή που η πενταετής θητεία του Προκόπη Παυλόπουλου ολοκληρώνεται έως τις αρχές Μαρτίου.

Σε ό,τι αφορά τον εκλογικό νόμο η θέση της κυβέρνησης όπως έχει εκφραστεί και επίσημα από τα χείλη του κ. Μητσοτάκη είναι η επιστροφή σε μία παραλλαγή του εκλογικού συστήματος που εφαρμόζεται σταθερά από το 2009 με το μπόνους των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα, ενώ και στις εκλογικές αναμετρήσεις του 2004 και του 2007 υπήρξε παρόμοιο σύστημα με την μόνη διαφορά ότι το μπόνους τότε για το πρώτο κόμμα περιοριζόταν στις 40 έδρες.

Η Ν.Δ. επί της ουσίας επιθυμεί να ψηφίσει έναν εκλογικό νόμο που θα μπορούσε να εφαρμοστεί ιδανικά για την ίδια από τις αμέσως επόμενες εκλογές. Η απλή αναλογική που ψήφισε η προηγούμενη κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα δεν διασφαλίζει στο πρώτο κόμμα ότι θα μπορέσει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση και παραπέμπει σε πιθανές διπλές εκλογές προκειμένου ακριβώς να καεί η απλή αναλογική και να υπάρξει βιώσιμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία μετά από δεύτερες εκλογές.

Όλα αυτά συμβαίνουν γιατί υπάρχει Συνταγματική πρόβλεψη η οποία απαιτεί την υπερψήφιση ενός εκλογικού νόμου από 200 βουλευτές προκειμένου αυτός να εφαρμοστεί στις αμέσως επόμενες εκλογές. Και η αριθμητική της παρούσας Βουλής πολύ απλά δεν βγάζει το άθροισμα των 200 βουλευτών που απαιτούνται για να ισχύσει ο νέος εκλογικός νόμος αμέσως και έτσι να μην ισχύσει η απλή αναλογική. Συνεπώς, όποιος και αν είναι ο νέος εκλογικός νόμος που θα φέρει και θα ψηφίσει η σημερινή κυβέρνηση, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με το σύστημα της απλής αναλογικής, δηλαδή με απόλυτα αναλογική κατανομή των εδρών για τα κόμματα ανάλογα με τα ποσοστά τους, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπερβούν το όριο του 3%. Για να έχουμε μία τάξη μεγέθους για το τι θα σήμαινε η απλή αναλογική εάν εφαρμοζόταν στις εκλογές της 7ης Ιουλίου, η Ν.Δ. θα λάμβανε 130 έδρες, ο ΣΥΡΙΖΑ 103, το Κίνημα Αλλαγής 27, το ΚΚΕ 17, η Ελληνική Λύση 12 και το ΜεΡΑ 25 11 έδρες. Με άλλα λόγια η μόνη περίπτωση να σχημάτιζε κυβέρνηση η Ν.Δ. θα ήταν η σύναψη συνεργασίας με το Κίνημα Αλλαγής αν υποθέσουμε πως δεν θα υπήρχε περίπτωση να προκύψει μεγάλος συνασπισμός μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων. Στην πραγματικότητα ο μόνος χαμένος από την εφαρμογή της απλής αναλογικής είναι το εκάστοτε πρώτο κόμμα αφού όλα τα υπόλοιπα ενισχύουν τις έδρες τους εις βάρος του πρώτου. Το Κίνημα Αλλαγής φαίνεται να συζητά ένα κλιμακωτό μπόνους εδρών ανάλογα με τα ποσοστά του πρώτου κόμματος που όμως σε κάθε περίπτωση δεν θα είναι μεγαλύτερο από το 30. ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και κόμμα Βαρουφάκη λογικά δεν μιλούν για τίποτε άλλο εκτός από την απλή αναλογική και στην σημερινή Βουλή αυτά τα τρία κόμματα αθροίζουν 110 έδρες. Άρα η περίπτωση εύρεσης πλειοψηφίας 200 βουλευτών που θα αποδεχθεί την πρόταση της κυβέρνησης λογικά αποκλείεται.

Για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τις επόμενες μέρες όλοι θα αναμένουν με αγωνία την πρόταση του πρωθυπουργού. Υπενθυμίζουμε ότι μετά την πρόσφατη Συνταγματική Αναθεώρηση ο Πρόεδρος Δημοκρατίας μπορεί στην τρίτη ψηφοφορία να εκλεγεί και με απλή πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών. Αυτομάτως, λοιπόν, η πρόταση του κ. Μητσοτάκη οδηγεί σε εκλογή του προσώπου που θα υποδείξει από την στιγμή που η Ν.Δ. διαθέτει άνετη πλειοψηφία 158 εδρών. Μπορεί δηλαδή να εκλέξει πρόεδρο μόνη της! Εδώ όμως υπεισέρχεται η διακηρυγμένη βούληση του πρωθυπουργού ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας να είναι πρόσωπο ευρύτερης αποδοχής και να μην προκύψει κατ’ ανάγκη ως αποτέλεσμα της αυτοδυναμίας ενός κόμματος.

Ο κ. Αλέξης Τσίπρας προτείνει ευθέως την επανεκλογή Παυλόπουλου κάτι που θα έμοιαζε εύκολο για τον κ. Μητσοτάκη από την στιγμή που η επανεκλογή του θα συγκέντρωνε την συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής από τους βουλευτές των δύο μεγάλων κομμάτων.

Όμως, κατά «διαβολική σύμπτωση» ο νυν πρωθυπουργός υπήρξε το 2015 ο μοναδικός βουλευτής της Ν.Δ. που δεν ψήφισε τον κ. Παυλόπουλο στην Βουλή για Πρόεδρο της Δημοκρατίας μετά από την πρόταση του κ. Τσίπρα τότε, γιατί διαφωνούσε πολιτικά μαζί του σε μια σειρά θεμάτων. Πως θα μπορούσε να τον ψηφίσει σήμερα ως πρωθυπουργός παρουσιάζοντας στην κοινή γνώμη μια προσωπική δυσαρμονία λόγων και έργων;

Από την πλευρά του, το Κίνημα Αλλαγής ξεκαθαρίζει ότι δεν θα ψηφίσει Πρόεδρο Δημοκρατίας προερχόμενο από την κεντροδεξιά, δηλαδή από την Ν.Δ.. Η θέση αυτή του κόμματος που ηγείται η κ. Γεννηματά, πέρα από τις ιδεολογικές του αρχές, υπακούει και στην πρόσφατη κοινοβουλευτική μας παράδοση σύμφωνα με την οποία συνηθίζεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να προέρχεται από την αντίπαλη παράταξη σε σχέση με εκείνη που κυβερνά. Έτσι συνέβη στις περιπτώσεις Στεφανόπουλου, Παπούλια και Παυλόπουλου από το 1995 έως και το 2015.

Τις τελευταίες ώρες ακούγεται έντονα το όνομα της κ. Μαρίας Δαμανάκη ως πιθανή πρόταση του πρωθυπουργού ενώ υπάρχει στο τραπέζι και το όνομα της κ. Άννας Διαμαντοπούλου με βάση σενάρια που φέρουν τον κ. Μητσοτάκη να επιθυμεί να προτείνει για πρώτη φορά γυναίκα που να προέρχεται από την κεντροαριστερά για το ύπατο αξίωμα της χώρας.
Ποιες θα ήταν όμως σε αυτή την περίπτωση οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής ομάδας της Ν.Δ. που έχει διχαστεί μεταξύ προτάσεων για την επανεκλογή Παυλόπουλου και άλλων που μιλούν για Σαμαρά ή ακόμα και τον Κ. Καραμανλή; Γρίφος…

13 Ocak 2020 Pazartesi 14:33

Damon Damianos
Kalimerhaba
Diğer yazılar >