Anasayfa
11-06-2020
Η προβληματική της πρόσφατης νομοθέτησης για θέματα της Μειονότητας
Η θεσμική κινητικότητα που παρατηρήθηκε στα θέματα που αφορούν την Μειονότητα της Θράκης τα τελευταία χρόνια, δεν ήταν συνήθως αποτέλεσμα επίπονου διάλογου με την κοινωνία και τους φορείς της και η νομοθέτηση που έγινε χαρακτηρίστηκε από θεσμική επιπολαιότητα και άγνοια του κοινωνικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο επιχειρήθηκε.

Η μεταρρύθμιση στον θεσμό του ιεροδίκη και του ιεροδικείου με την επιλογή της συντρέχουσας αρμοδιότητας, προβλήθηκε με τέτοιο τρόπο στην υπόλοιπη ελληνική κοινωνία που να παραπέμπει σε εσκεμμένο νομικό αναχρονισμό της «Σαρία». Αγνοήθηκε, έτσι, επιδεικτικά η δύναμη του εθίμου στην εσωτερική ζωή της Μειονότητας αλλά και η δυνατότητα για έλεγχο των αποφάσεων του Μουφτή από τον φυσικό δικαστή. Μία υποχρέωση που απέρρεε από το προηγούμενο νομικό καθεστώς.

Ουδέποτε, άλλωστε, ο μειονοτικός μουσουλμάνος στη Θράκη, ιδίως στα ζητήματα οικογενειακού δικαίου ήταν υποχρεωμένος να υπαχθεί στο εθιμικό δίκαιο, εφόσον τελούσε τον πολιτικό γάμο που ίσχυσε και στην Ελλάδα μετά το 1982 ως ισότιμος και ισόκυρος του θρησκευτικού. Προφανώς και δεν υποτιμάται η αναγκαιότητα εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου και η αυτονόητη αναγκαιότητα αποκλεισμού κάθε παρέκκλισης από την θωράκιση των δικαιωμάτων των γυναικών.

Τα δύο προεδρικά διατάγματα για τις Μουφτείες υπάρχει η αίσθηση ότι καταστρατήγησαν την αξία της αυτοτελούς προστασίας απέναντι στον κρατικό παρεμβατισμό σε ό,τι αφορά το μοντέλο διοίκησης των Μουφτειών της Θράκης με πρόσχημα τον εκσυγχρονισμό τους, δημιουργώντας την εικόνα μιας ευθείας παρέμβασης του κράτους στις λειτουργίες μιας γνωστής και αναγνωρισμένης θρησκείας στην χώρα μας.

Η διατήρηση άλλωστε της θρησκευτικής αυτονομίας στο πλαίσιο της νομιμότητας, η προστασία της γλώσσας καθώς και η προαγωγή ενός προηγμένου, δημοκρατικού και απελευθερωμένου από εθνικές προκαταλήψεις εκπαιδευτικού συστήματος για την Μειονότητα, αποτελούν μείζονα ζητήματα συνδεδεμένα άρρηκτα με την προστασία των δικαιωμάτων της, αλλά και με την ίδια την φύση της και την ύπαρξη της.

Η δημιουργία μοντέλου δίγλωσσου περιβάλλοντος που επιχειρήθηκε με την πρόσληψη μειονοτικών νηπιαγωγών σε μικρό αριθμό νηπιαγωγείων της Ξάνθης και της Ροδόπης μέσω ενός προγράμματος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, υπήρξε μια ημιτελής προσπάθεια. Αυτό συνέβη γιατί το νομοθετικό πλαίσιο δεν εγκαθίδρυσε για τον μειονοτικό εκπαιδευτικό συνθήκες ισοτιμίας μέσα στην τάξη – καθιστώντας τον de facto βοηθό του μόνιμου νηπιαγωγού αμειβόμενο με μπλοκάκι - ενώ παράλληλα παρέμεινε μετέωρη η πρόκληση για την ίδρυση και λειτουργία, έστω και πιλοτικών σε πρώτη φάση, δίγλωσσων νηπιαγωγείων.

Σε αυτό το πλαίσιο δυσκολεύομαι να κατανοήσω γιατί ενώ είναι αναγκαία η εισαγωγή της αγγλικής γλώσσας στα δημόσια νηπιαγωγεία όλης της επικράτειας, όπως πρεσβεύει η σημερινή κυβέρνηση, δημιουργεί τόσο μεγάλο πρόβλημα η διγλωσσία όταν τίθεται στο επίπεδο της μητρικής γλώσσας για μια αναγνωρισμένη μειονότητα όπως είναι αυτή της Θράκης.

Υπό την πίεση καταδικαστικών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την Ελλάδα, ήρθε στην Βουλή το 2017 τροπολογία σε νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που αφορούσε στο δικαίωμα όσων έχουν προσφύγει και έχουν δικαιωθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να επανεξεταστεί η υπόθεσή τους κατόπιν νέας προσφυγής τους στην ελληνική δικαιοσύνη. Πρόκειται για υποθέσεις που είναι άμεσα συνυφασμένες με τους μειονοτικούς συλλόγους της Θράκης.

Η ελληνική δικαιοσύνη καλείται και πάλι κυρίαρχα να αποφασίσει επί των υποθέσεων αυτών χωρίς όμως να δεσμεύεται για την εναρμόνιση των αποφάσεών της με εκείνες του ΕΔΔΑ. Επιπλέον, τέθηκε και ο όρος της επιφύλαξης και των περιορισμών που προβλέπονται στις επιμέρους διατάξεις της ΕΣΔΑ, «περί προστασίας της εθνικής ασφάλειας, της δημόσιας τάξης, της πρόληψης του εγκλήματος, της προστασίας της υγείας ή ηθικής και της προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων». Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι η τροπολογία αυτή καταψηφίστηκε από το σύνολο των μειονοτικών βουλευτών – ακόμα και από εκείνους της κυβερνητικής παράταξης της εποχής εκείνης!

Με το νόμο 3647/ 2008 όπως δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 37/Α/29-2-2008, ρυθμίστηκαν θέματα για την διοίκηση και διαχείριση των Βακουφίων της Μουσουλμανικής Μειονότητας της Δυτικής Θράκης και των περιουσίων τους.

Οι εκπρόσωποι των συλλόγων θρησκευτικών λειτουργών Ιερών Τεμενών Δυτ. Θράκης, εκπρόσωποι του συλλόγου Επιστημόνων Μειονότητας Δυτ. Θράκης καθώς και το σύνολο της κοινωνίας της Μειονότητας, αφού αρχικά χαιρέτησαν ομόθυμα εκείνη την νομοθετική πρωτοβουλία για διενέργεια ελεύθερων εκλογών προς ανάδειξη των μελών των Διαχειριστικών Επιτροπών, διατύπωσαν εγγράφως τις προτάσεις τους για ορισμένες αναγκαίες αλλαγές, που κατά την γνώμη τους θα διασφάλιζαν το κύρος και την αρτιότητα της διαδικασίας, με σεβασμό πάντοτε στις ισλαμικές παραδόσεις και την Συνθήκη της Λωζάννης.

Σήμερα, δώδεκα ολόκληρα χρόνια μετά τη ψήφιση εκείνου του νόμου δεν έχουν ακόμα προκηρυχθεί εκλογές για τις διαχειριστικές επιτροπές των βακουφιών. Παρατηρείται, έτσι, το φαινόμενο η Πολιτεία ενίοτε να μην εφαρμόζει ακόμη και δικούς της ψηφισμένους νόμους που αφορούν σε ζητήματα της Μειονότητας. Υπάρχει βέβαια και η εκκρεμότητα με τα χρέη των υφιστάμενων διορισμένων διαχειριστικών επιτροπών και την μη εφαρμογή του νόμου 3554/2007 για τη διαγραφή τους, με ό,τι μελλοντικές συνέπειες μπορεί να έχει το γεγονός αυτό για την τύχη των συγκεκριμένων περιουσιών.

Η απαρίθμηση περιπτώσεων στρεβλής ή προβληματικής νομοθέτησης αλλά και άρνησης εφαρμογής του νόμου είναι ενδεικτική. Θα μπορούσαμε ακόμα να αναφερθούμε σε μια σειρά ατυχών χειρισμών που έγιναν, ιδίως σε θέματα της μειονοτικής εκπαίδευσης, όπου φθάσαμε να έχουμε αποχή μαθητών το 2018 από τα σχολεία μέχρις ότου ικανοποιηθεί το αίτημά τους για να πάρουν τα κανονικά βιβλία που χρησιμοποιούνται στα δημόσια σχολεία!

Θα επανέλθουμε όμως προσεχώς.

11 Haziran 2020 Perşembe 12:34

Damon Damianos
Kalimerhaba
Diğer yazılar >