Anasayfa
26-04-2016
Οι Ελλητουρκικές Σχέσεις και η Μειονότητα από την 21η Απριλίου 1967 έως το τέλος του 1968 μέσα από δημοσιεύματα της εφημερίδας “Milliyet”
Σκαλίζοντας στο internet βρήκα δημοσιευμένο στο ηλεκτρονικό αρχείο του «Παρατηρητή της Θράκης», άρθρο του Μάρκου Χ. που παρουσιάζει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τα μειονοτικά ζητήματα της Δυτικής Θράκης μέσα από τα πρωτοσέλιδα της τουρκικής εφημερίδας «Μιλλιέτ» (“Milliyet”), κατά την περίοδο από τον Απρίλιο του 1967, οπότε και επιβλήθηκε στην Ελλάδα η στρατιωτική δικτατορία μέχρι και τον Δεκέμβριο του 1968. Την πρώτη κρίσιμη διετία, δηλαδή, της επιβολής και σταθεροποίησης του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, όταν ακόμα ήταν πανίσχυρο και κανείς σε Ελλάδα και εξωτερικό δεν διανοούνταν ότι θα μπορούσε να ανατραπεί εύκολα.

Το στρατιωτικό καθεστώς από τους πρώτους μήνες ανάληψης της εξουσίας δείχνει να επιθυμεί διάλογο με την Τουρκία. Στις 25 Απριλίου ο κυβερνητικός εκπρόσωπος του στρατιωτικού καθεστώτος, συνταγματάρχης Φαρμάκης, σε δηλώσεις του στη «Μιλλιέτ» αφού παρουσιάζει τους κινηματίες «εμπνευσμένους από το στρατιωτικό κίνημα της 19ης Μαΐου του 1960 στην Τουρκία», δηλώνει ότι «τα αισθήματα συμπαθείας και φιλίας της νέας ελληνικής κυβέρνησης προς την Τουρκία και τον τουρκικό λαό θα είναι πιο δυνατά από παλιά».

Την περίοδο Μαΐου—Οκτωβρίου του 1967, η «Μιλλιέτ» αναφέρεται στα προβλήματα και στην καταπίεση της μειονότητας της Δ. Θράκης, παραθέτοντας σχετικές ειδήσεις, σχόλια δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων όπου συσχετίζεται η κατάσταση των τουρκοκυπρίων με την κατάσταση της μειονότητας στη Δ. Θράκη, και υποστηρίζεται ότι η παραβίαση των μειονοτικών δικαιωμάτων στη Δ. Θράκη εμποδίζει την ανάπτυξη των συνθηκών που θα οδηγήσουν σε επίλυση του Κυπριακού ζητήματος. Σε άρθρο-σχόλιο της εφημερίδας τονίζεται προς την τουρκική ηγεσία ότι οι προτεινόμενες παραχωρήσεις της ελληνικής πλευράς προς τους τουρκοκυπρίους με αντάλλαγμα την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα πρέπει να απορριφθούν με δεδομένο την προβληματική κατάσταση της μειονότητας στη Θράκη.

Τον Ιούνιο του 1967 η εφημερίδα αναφέρεται σε μέτρα και τακτικές διώξεων και καταπίεσης της μειονότητας της Δ. Θράκης από το νέο καθεστώς και στην έντονη προειδοποίηση στην οποία προέβη η τουρκική πλευρά προς την ελληνική κυβέρνηση. Στην προειδοποίησή της η τουρκική πλευρά φέρεται να τόνισε τη μεγάλη ευαισθησία της Τουρκίας στην εφαρμογή των προνοιών της συνθήκης της Λοζάνης στη Δ. Θράκη και τη σημασία των ζητημάτων της μειονότητας της Δ. Θράκης για την βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Στα μέσα Ιουλίου ο Τούρκος υπουργός εξωτερικών Τσαγλαγιαγκίλ σε επερώτηση στο τουρκικό κοινοβούλιο σχετικά με τη μειονότητα της Δ. Θράκης, δηλώνει ότι μετά τις επαφές με την ελληνική ηγεσία οι καταπιέσεις σταμάτησαν, τονίζει όμως ότι το τουρκικό κράτος όπως πάντα δε θα υποχωρεί σε πιέσεις οποιουδήποτε και θα δείχνει τη δύναμή του.

Σε συνέντευξή του ο Έλληνας πρωθυπουργός, διορισμένος από την χούντα Κ. Κόλλιας στην εφημερίδα, αρχές Ιουλίου, δηλώνει ότι η ελληνική κυβέρνηση εφαρμόζει τις πρόνοιες της συνθήκης της Λοζάνης για τη Θράκη, αποδίδει τις ειδήσεις περί αδικιών προς τη μειονότητα σε «κακούς ανταποκριτές» και μιλά για την καταπίεση των δικαιωμάτων των Ιμβρίων στην Τουρκία. (Λίγες μέρες μετά η εφημερίδα δημοσιεύει δηλώσεις του προέδρου της κοινότητα Ιμβρίων ο οποίος αντικρούει τα περί καταπίεσης και δηλώνει τη λύπη του για τις καταπιέσεις στη Δ. Θράκη αν είναι αλήθεια).

Μέσα σε αυτό το κλίμα θα διεξαχθεί η διήμερη συνάντηση μεταξύ αντιπροσωπειών των δυο κυβερνήσεων υπό την ηγεσία των πρωθυπουργών των δυο χωρών στην Κεσσάνη και στην Αλεξανδρούπολη το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου του 1967. Η «Μιλλιέτ» μεταδίδει ένα κλίμα έντονων προσδοκιών της τουρκικής πλευράς από τις συναντήσεις αυτές που όμως άμεσα δεν φαίνονταν να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Στην ειδησεογραφία υπάρχει η αίσθηση ότι και οι δυο πλευρές ήθελαν να κερδίσουν χρόνο σε σχέση με τις εξελίξεις στην Κύπρο. Οι ανταποκριτές της μιλάνε για την ψύχρανση των συνομιλιών στη συνάντηση της Αλεξανδρούπολης, ο Ντεμιρέλ αναφέρεται πως ήθελε να διακόψει τις συζητήσεις και να αποχωρήσει, παρέμεινε δε χάρη στην επιμονή του Γ. Παπαδόπουλου.

Λίγες δε μέρες μετά τις συναντήσεις αυτές η εφημερίδα αναφέρεται στις προθέσεις της στρατιωτικής κυβέρνησης για σύμφωνο μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας εναντίον του κομμουνισμού, στα τέλη δε Σεπτεμβρίου η Τουρκία ήταν η μόνη χώρα στο Συμβούλιο της Ευρώπης που υποστήριξε την Ελλάδα σε ψήφισμα για την αποπομπή της από το Συμβούλιο.

Κατά τη διάρκεια του δευτέρου δεκαπενθημέρου του Νοεμβρίου του 1967 η εφημερίδα στα πρωτοσέλιδά της ασχολείται σχεδόν καθημερινά με το κυπριακό πρόβλημα μετά τα γεγονότα στου Κοφίνου—Αγίους Θεοδώρους. Στις ανταποκρίσεις και στην αρθογραφία για το θέμα η εφημερίδα αναφέρεται στο κλίμα σύγκρουσης των δυο κοινοτήτων στην Κύπρο, στις προετοιμασίες του πολέμου με την Ελλάδα αλλά και τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας για την αποκλιμάκωση της έντασης με την μεσιτεία ξένων παραγόντων, κυρίως ΗΠΑ και ΟΗΕ.

Στην ειδησεογραφία της εφημερίδας αναφέρονται οι πολεμικές προετοιμασίες στον Έβρο, οι φήμες για την εκκένωση χωριών της Δ. Θράκης, για τις διαδηλώσεις στη Τουρκία, κυρίως φοιτητικών τουρκικών συλλόγων οι οποίοι στα δυναμικά αιτήματα στήριξης προς τους τουρκοκυπρίους, συμπεριλαμβάνουν και τη στήριξή τους προς τη μειονότητα της Δ. Θράκης.

Στα τέλη του 1967 σε σχετική συζήτηση στο τουρκικό κοινοβούλιο αναφέρθηκαν οι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις μειονοτικής γης στη Δ. Θράκη και η αντικατάσταση του επιθέτου «τουρκικός» με το επίθετο «μουσουλμανικός» στον προσδιορισμό των μειονοτικών σχολείων στη Δ. Θράκη. Στην ίδια συζήτηση ο υπουργός εξωτερικών δήλωσε ότι «η Τουρκία θα δώσει αμοιβαία απάντηση αν συνεχισθούν οι καταπιέσεις της μειονότητας στη Δ. Θράκη».

Τις πρώτες ημέρες εκδήλωσης της απόπειρας βασιλικιού πραξικοπήματος κατά της χούντας των Αθηνών, στις 13 Δεκεμβρίου 1967, δημοσιεύεται στην Milliyet” και η είδηση για τον Έλληνα ταξίαρχο του Διδυμοτείχου που πέρασε στην Τουρκία ζητώντας άσυλο.

Τον ίδιο μήνα ο Σ. Πατακός συνέντευξη στην εφημερίδα δήλωνε ότι η ελληνική κυβέρνηση επιθυμεί τη φιλία με την Τουρκία, ότι λύση του Κυπριακού θα γίνει με διάλογο μεταξύ των ενδιαφερομένων κυβερνήσεων στα πλαίσια διεθνών οργανισμών. Σε ερώτηση για την καταπίεση της μειονότητας στη Δ. Θράκη υποστήριζε το αβάσιμο τέτοιων αιτιάσεων. Στη σειρά τέτοιου χαρακτήρα ειδήσεων, γίνεται αναφορά στην επίσκεψη του Γ. Παπαδόπουλου στον Έβρο και η συνομιλία του με Τούρκους στρατιώτες.

Από τους πρώτους μήνες του 1968 δημοσιεύονται ειδήσεις σχετικές με την προσέγγιση των δυο κυβερνήσεων και τις συνομιλίες που διεξάγουν για την επίλυση του κυπριακού ζητήματος και των θεμάτων των μειονοτήτων της Θράκης και της Κωνσταντινούπολης. Τον Ιανουάριο του 1968 η Τουρκία γίνεται το πρώτο κράτος που αναγνωρίζει τη στρατιωτική κυβέρνηση, η εφημερίδα δε μεταδίδει σχόλιο του ΒΒC ότι το έπραξε χωρίς να συνεννοηθεί με τα άλλα μέλη της νατοϊκής συμμαχίας.

Στα τέλη Φεβρουαρίου ανεξάρτητοι Τούρκοι βουλευτές επισκέπτονται την Αθήνα και συνομιλούν με εκπροσώπους της κυβέρνησης ενώ τον Μάρτιο του ιδίου έτους οι συνομιλίες μεταξύ των δυο κυβερνήσεων πυκνώνουν, αναφέρεται δε πως στα μειονοτικά θέματα για συζήτηση ήταν και αυτό της μειονότητας της Ρόδου. Στο πλαίσιο αυτών των συνομιλιών ο επιτετραμμένος του τουρκικού υπουργείου εξωτερικών για θέματα Κύπρου επισκέφθηκε τη Θράκη, αναφέρεται δε ότι δεν μπόρεσε να επισκεφθεί το μέρος εκείνο της μειονότητας που κατοικούσε στην στρατιωτική συνοριακή ζώνη της περιοχής. Μετά από ένα μήνα ο επιτετραμμένος του ελληνικού υπουργείου εξωτερικών για θέματα Τουρκίας, Ι. Τζούνης θα επισκεφθεί την Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη στα πλαίσια των συνομιλιών για τις μειονότητες αλλά δεν θα επισκεφτεί την Ίμβρο και την Τένεδο καθώς, όπως είπε, δεν ζήτησε άδεια επίσκεψης, αφού η Ίμβρος ήταν ειδική στρατιωτική ζώνη.

Στα τέλη Ιουνίου, λίγο πριν ξεκινήσουν οι συνομιλίες μεταξύ των δυο κοινοτήτων στην Κύπρο, Γ. Παπαδόπουλος σε συνέντευξή του στη «Μιλλιέτ», μεταξύ άλλων συμβουλεύει να ακούσουν οι δυο χώρες τις φωνές των Βενιζέλου και Ατατούρκ και δηλώνει ότι πιστεύει στην ανάγκη φιλίας και συνεργασίας των δυο χωρών, φθάνει δε στο σημείο να μιλήσει για ένωση των δυο πλευρών του Αιγαίου και να δηλώσει χαρακτηριστικά ότι «αν είχα μαγικές δυνάμεις θα έκανα ομοσπονδία Ελλάδος και Τουρκίας»!

Στο ίδιο κλίμα αλλά πιο μετρημένες κινούνται, και δηλώσεις του Σ. Πατακού και του Π. Πιπινέλη προς τη εφημερίδα το ίδιο διάστημα. Ο Πιπινέλης υποστήριξε ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις μπαίνουν σιγά -σιγά σε ένα καλό κλίμα, παραδέχθηκε ότι και δυο πλευρές έκαναν σοβαρά λάθη και ευθύνονται για το κυπριακό αδιέξοδο. Σε ερώτηση δε για τη μειονότητα στη Θράκη δήλωσε ότι «το τουρκικό στοιχείο της Θράκης και το ελληνικό της Κωνσταντινούπολης παραθέτουν σειρά προβλημάτων τα οποία οι δυο κυβερνήσεις τα αντιμετωπίζουν με διακρατικό διάλογο και δεν θα καθυστερήσει η επίλυσή τους».

Σε συνέχεια αυτών των δηλώσεων την ίδια περίοδο, η ειδησεογραφία της εφημερίδας αναφέρεται σε συναντήσεις Πιπινέλη- Τσαγλαγιαγκίλ στα πλαίσια διεθνών συναντήσεων όπου η ελληνική πλευρά παρουσιάζεται να συμφωνεί για την εφαρμογή των προνοιών της συνθήκης της Λωζάνης σε θέματα μειονοτικής εκπαίδευσης, συμφωνία που χαρακτηρίζεται προάγγελος της επίλυσης άλλων μειονοτικών ζητημάτων.

Τον Οκτώβριο του 1968 η εφημερίδα αναφέρεται στις συνομιλίες των δυο υπουργών στη Νέα Υόρκη που κατέληξαν σε συμφωνία επί της αρχής για μια σειρά εκπαιδευτικών μειονοτικών θεμάτων(ανταλλαγής βιβλίων, επαναπρόσληψης δασκάλων, άδειες επέκτασης ή ίδρυσης σχολικών κτηρίων, αποφυγή περιοριστικών τακτικών, κ.ά) κάποια από τα οποία θα βρουν την έκφρασή τους στο Ελληνοτουρκικό μορφωτικό πρωτόκολλο που θα υπογραφεί στα τέλη του έτους. Η εφημερίδα αναφέρει ακόμα ότι μετά τα εκπαιδευτικά αναμένονταν από μια μεικτή επιτροπή η εξέταση ζητημάτων όπως η ελεύθερη εκλογή αντιπροσώπων των δυο μειονοτικών κοινοτήτων, το βακουφικό, τα ζητήματα απαλλοτριώσεως γης και άλλα μειονοτικά δικαιώματα.

Στα τέλη του 1968 ο Γ. Παπαδόπουλος δήλωνε ότι η κυβέρνησή του πέτυχε τη διόρθωση και ανάπτυξη των σχέσεων με τη φίλη Τουρκία.

Βεβαίως, ακολούθησαν ακόμα 5 σχεδόν σκληρά χρόνια μέχρι την πτώση της δικτατορίας τον Ιούλιο του 1974. Και η δικτατορία των συνταγματαρχών άφησε πίσω της, πέρα από τις μεγαλόστομες διακηρύξεις των πρωταγωνιστών της, συντρίμμια, τόσο στο εσωτερικό της Ελλάδας όσο και στο επίπεδο των διεθνών της σχέσεων και της εθνικής ανεξαρτησίας και ακαιρεότητας της χώρας . Σε ό,τι αφορά, τέλος, την Μειονότητα της Θράκης, το χουντικό καθεστώς έσπειρε καταπίεση, φόβο, αφαίρεση δικαιωμάτων, εμβαθύνοντας ακόμα πιο πολύ την πολιτική της λεγόμενης «αμοιβαιότητας» και των περιοριστικών διοικητικών μέτρων, που κατέτασσαν τους μειονοτικούς πολίτες «de facto» ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας μέσα στα όρια της ελληνικής επικράτειας.


26 Nisan 2016 Salı 11:33

Damon Damianos
Kalimerhaba
Diğer yazılar >